Μία από τις διασημότερες – συχνότερες εκφράσεις, τουλάχιστον για τα δεδομένα της Ελλάδας.
Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αρνητικά και περιοριστικά φίλτρα σκέψης. Εγκαθίσταται βαθιά μέσα στον ψυχισμό μας από τα παιδικά μας χρόνια.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η ένταση και ο περιορισμός που προκαλεί το συγκεκριμένο φίλτρο είναι αντιστρόφως ανάλογος με το πληθυσμιακό μέγεθος της τοπικής κοινωνίας στην οποία γεννιέται κάποιος.
Όσο μικρότερη σε πληθυσμό η κοινωνία τόσο πιο έντονο και καθοριστικό το φίλτρου του “κόσμου”. Οι περιπτώσεις να υπάρχουν μικρές κοινωνίες στην Ελλάδα (χωριά – κωμοπόλεις – μικρές πόλεις) τόσο προοδευτικές και απαλλαγμένες από συγκεκριμένα περιοριστικά στερεότυπα είναι μάλλον απειροελάχιστες εώς και μηδαμινές.
Το συγκεκριμένο περιοριστικότατο φίλτρο, ενυπάρχει και διαιωνίζεται στην ελληνική κοινωνία από γενιά σε γενιά για εκατοντάδες χρόνια.
Μεταβάλλεται και εξελλίσεται βέβαια με βάση την πρόοδο σε όλα τα επίπεδα σε παγκόσμιο επίπεδο, όμως αυτή εξέλιξη είναι πάρα πολύ αργή τις περισσότερες φορές, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις το φίλτρο αντιστέκεται αναλλοίωτο.
Υπεύθυνοι για την εγκατάσταση και διατήρηση του φίλτρου είναι πάντα οι γονείς, ως τα πρώτα απόλυτα πρότυπα για κάθε παιδί.
Το παιδί “μαθαίνει” από πολύ νωρίς ποιες συμπεριφορές, όπως εξωτερική εμφάνιση (ενδυματολογική ή άλλη), επιλογή φίλων, χόμπυ, μουσική κ.α. είναι τα ενδεδειγμένα, τα σωστά, τα “έτσι πρέπει” με μοναδική αιτιολόγηση πάρα πολλές φορές, το πασίγνωστο “Τι θα πει ο κόσμος?”
Αυτοί οι περιορισμοί δημιουργούν περιοριστικές πεποιθήσεις (στο παιδί και μετέπειτα ενήλικα), οι οποίες όμως δεν μπορούν να γίνουν κατανοητές με αντικειμενικό τρόπο, εφόσον στερούνται συνήθως επιχειρημάτων και κοινής λογικής.
Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία και η συσσώρευση απωθημένων που αποκτούν συναισθηματικό όγκο και μάζα και μετατρέπονται σε ψυχολογικά θέματα. Από τα απλούστερα, όπως για παράδειγμα η εξωτερική εμφάνιση – ένδυση που επιθυμεί κάποιος να έχει και καταπιέζεται μονίμως, εώς και τα πιο σοβαρά, όπως το να μην μπορεί να πάρει διαζύγιο, καταδικάζοντας τον εαυτό του στην δυστυχία, που μαθηματικά θα οδηγήσει στην ψυχολογική κατάπτωση και εμφάνιση συγκεκριμένων ψυχολογικών θεματων με ανυπολόγιστες συνέπειες σε βάθος χρόνου, για τον ίδιο και τους δικούς του ανθρώπους
Tο φίλτρο και τρόπος σκέψης του “Τι θα πει ο κόσμος” είναι δυστυχώς ένα από τα πιο άχρηστα, εκτός από αρνητικό και περιοριστικό.
Το γεγονός που αποδεικνύεται καθημερινά και όλοι μας το έχουμε βιώσει είναι ότι ο κόσμος, οι άλλοι, πάντα θα πουν αυτό που θέλουν να πουν ανεξάρτητα από το τι θα κάνουμε, πως θα το κάνουμε και γιατί θα το κάνουμε.
Είναι φύσει αδύνατο να ικανοποιούμε τους πάντες πάντοτε όσο ιδανικά και αν ζούμε και ενεργούμε σε καθημερινή βάση.
Ο κόσμος πάντα θα λέει για εμάς και πάντα θα μας κρίνει και κυρίως επικρίνει με αρνητικό εώς και προσβλητικό τρόπο. Ακόμα και αν δεν κάνουμε τίποτα το μεμπτό, τίποτε το αρνητικό, ακόμα και αν δεν έχουμε δώσει κανέναν δικαίωμα.
Αυτό συμβαίνει και θα συμβαίνει γιατί ο κόσμος έχει και αυτός τα δικά του ψυχολογικά θέματα που βρίσκουν τρόπο έκφρασης με την υποτίμηση, τον αρνητικό χαρακτηρισμό και την προσβολή προς τον συνάνθρωπο, είτε τον γνωρίζουν άμεσα είτε όχι.
Η ανασφάλεια, ο θυμός, η θλίψη, η απόρριψη και κάθε άλλο αρνητικό συναίσθημα που ο καθένας βιώνει στην καθημερινότητα του βρίσκει και αυτήν την διέξοδο. Προς οποιονδήποτε άλλο, που λειτουργεί ως καθρέπτης της δικής τους ελλειματικής προσωπικότητας και των διαφορετικών ψυχολογικών θεμάτων που αντιμετωπίζουν.
Λειτουργώντας με βάση το “Τι θα πει ο κόσμος?”, απλά παραδίδουμε τον έλεγχο για την ζωή μας, τις πράξεις μας, τα θέλω μας, στον κόσμο, στους άλλους. Καταλήγουμε να ζούμε την ζωή των άλλων και παρ’όλ’αυτά να διαπιστώνουμε κάθε φορά ότι δεν μπορούμε να τους ικανοποιήσουμε και να ακούσουμε αυτό που χρειαζόμαστε ή αναμένουμε. Την επιβεβαίωση, το μπράβο. Και συνεχίζουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο, αλλάζοντας την συμπεριφορά μας, τις πράξεις μας, τα θέλω μας, μόνο για να διαπιστώσουμε ότι η ιστορία απλά επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά.
Μόλις συνειδητοποιήσουμε λοιπόν ότι ο κόσμος θα πει αυτό που είναι να πει, ανεξάρτητα από το τι θα κάνουμε, οφείλουμε να απεγκαταστήσουμε και να διαγράψουμε πλήρως αυτό το φίλτρο.
Δεν θα μας εμποδίζει πια αυτό το αόριστο και μη προσδιορίσιμο “Τι θα πει ο κόσμος”, και θα είμαστε σε θέση να κάνουμε όλα αυτα τα μικρά ή μεγάλα απωθημένα που έχουν συσσωρευθεί μέσα μας με την πάροδο των ετών. Ή να αλλάξουμε την κατάσταση που βιώνουμε και στην οποία είμαστε εγκλωβισμένοι και δυστυχισμένοι γιατί είμαστε δέσμιοι του κόσμου και δεν έχουμε τα κότσια να τον κοιτάξουμε κατάματα και να πούμε “Η ζωή μου είναι δική μου”.
Από την στιγμή που θα αποτινάξουμε αυτό το φίλτρο από την ζωή μας, απελευθερωνόμαστε. Είναι απολύτως σημαντικό λοιπόν να τηρούνται απαραίτητα δύο βασικότατοι κανόνες πάντοτε, από την στιγμή που θα αποφασίσουμε ότι ο κόσμος και το τι θα πει δεν έχουν απολύτως καμία επιδραση και σημασία για το πως θα ζήσουμε την ζωή μας.
Ο πρώτος κανόνας είναι ότι αυτό που καταπιέζαμε και δεν κάναμε, να είναι κάτι που δεν θα προκαλέσει βλάβη και ζημία στην σωματική και ψυχολογική μας υγεία.
Ο δεύτερος κανόνας είναι ότι αυτό που θα κάνουμε δεν θα προκαλέσει βλάβη και ζημία στην σωματική και ψυχολογική υγεία κανενός άλλου.
Θα πρέπει βέβαια να διαχωρίσουμε την πραγματική βλάβη και ζημία προς κάποιον άλλον στο ψυχολογικό επίπεδο, από την εσκεμμένη δημιουργία ενοχών και τύψεων που πολύ συχνά χρησιμοποιούν οι γονείς προς τα παιδιά τους ή οι συγγενείς μεταξύ τους.
Και το κάνουν με το πρόσχημα ότι η αρνητική αντίδραση του κόσμου από την συμπεριφόρα μας, θα δημιουργήσει κάθε είδους αρνητικά συναισθήματα και δυσφορία σε αυτούς.
Σε αυτήν την περίπτωση είναι ξεκάθαρο ότι το φίλτρο του “Τι θα πει ο κόσμος” είναι αυτό που καθορίζει την υποτιθέμενη βλάβη ή ζημία που θα προκληθεί σε αυτούς που μας “εκβιάζουν” με ενοχές και τύψεις, ώστε να κάνουμε ή να μην κάνουμε αυτό που οι άλλοι (γονείς – συγγενείς) θέλουν ή δεν θέλουν.
Και ως αρνητικό και περιοριστικό φίλτρο που είναι, το αποβάλλουμε και για εμάς και για τους άλλους (και την επίδραση που έχει επάνω τους), πάντα με γνώμονα την απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση της τήρησης των δύο βασικών κανόνων που προαναφέρθηκαν και πάντα επίσης σε συνδυασμό με την κοινή λογική.
(Απόσπασμα από το βιβλίο ύλης του Σεμιναρίου NLP – “Σκέψου Θετικά”)