Όταν επικοινωνούμε με οποιονδήποτε πρέπει να το κάνουμε στο αντιληπτικό επίπεδο του συνομιλητή μας.
Όπως ακριβώς δεν θα περιμέναμε να καταλάβει και δεν θα συζητούσαμε ποτέ περί φιλοσοφίας με ένα μωρό ή ένα μικρό παιδί που μαθαίνει να μιλάει, γιατί το μόνο που θα άκουγε θα ήταν ο θόρυβος της φωνής μας.
Για να μπορέσουμε να καταλάβουμε όμως το αντιληπτικό επίπεδο του συνομιλητή μας, πρέπει να θεωρούμε ως κανόνα ότι τίποτε δεν είναι αυτονόητο τελικά και να ξεκινάμε την διερεύνηση της αντιληπτικής του ικανότητας από μηδενική βάση.
Αυτό γίνεται με ερωτήσεις που θα μας δώσουν την απαιτούμενη πληροφορία και όχι με δηλώσεις από την πλευρά μας που ως επί το πλείστον θα οδηγήσουν απλά στην παραγωγή φωνητικού θορύβου εκατέρωθεν.