Το “Eγώ” είναι μία απολύτως απαραίτητη λέξη για την καθημερινή μας επικοινωνία. Δηλώνει το πρώτο πρόσωπο και προσδιορίζει τον ίδιο μας τον εαυτό.
Η συχνότητα της χρήσης της είναι ενδεικτική της αντίληψης που έχει κάποιος για τον εαυτό του. Η συχνή χρήση ρημάτων σε πρώτο πρόσωπο, χωρίς την χρήση του “Eγώ”, είναι ένα πρώτο δείγμα για να καταλάβουμε ότι ο συνομιλητής μας μάλλον διέπεται από μία εγωκεντρική αντίληψη αναφορικά με τον ίδιο και τους υπόλοιπους ανθρώπους.
Όταν τα ρήματα πρώτου προσώπου συνοδεύονται και με το “Eγώ”, τότε είναι προφανής η έμφαση που δίνεται από αυτόν που το λέει, σχετικά με τις ιδιότητες – ικανότητες του, τα χαρακτηριστικά του, την συμπεριφορά του και τις ενέργειες του.
Η συχνή χρήση του “Eγώ” αποτελεί μία ισχυρή ένδειξη ότι ο συνομιλητής μας αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ιδιαιτέρως εγωκεντρικά, με λογικό αποτέλεσμα να εκδηλώνει και τις ανάλογες εγωιστικές συμπεριφορές. Είμαστε λοιπόν σε εγρήγορση ώστε να προσαρμόζουμε την συμπεριφορά μας ανάλογα και υπέρ μας.
Η ικανότητα του ανθρωπίνου όντος να αντιλαμβάνεται και να αναγνωρίζει το είδωλο του στον καθρέπτη, οδηγεί σταδιακά στην πλήρη νοητική διαμόρφωση του “Eγώ” και της αντίληψης του εαυτού του, μέσα από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, ιδιότητες, γνώσεις και ρόλους που αποκτά στην διάρκεια της ζωής του.
Αυτοπροσδιορίζεται με βάση το φύλο του, την ηλικία του, το όνομα του, την εθνικότητα του, την μόρφωση του, το επάγγελμα του κ.α. Όλα αυτά όμως είναι πληροφορίες, ιδιότητες, ικανότητες και ρόλοι που έχουν ταυτοποιηθεί με την ύπαρξη του για να διευκολύνουν μόνο την ομαλή ζωή και ανάπτυξη του μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Το αρνητικό είναι όμως ότι κάποια από αυτά έχουν καταλήξει να είναι ο αυτοσκοπός αντί για εργαλεία προς την ανάπτυξη και την εξέλιξη και γενικότερα να αυτοπροσδιορίζεται ολοκληρωτικά μόνο μέσω αυτών των εξατομικευμένων πληροφοριών.
Ο πρώτος και βασικός τρόπος που ο καθένας αυτοπροσδιορίζεται και καταλαβαίνει την ύπαρξη του, είναι με βάση το σώμα του.
Με βλέπω, με ακούω, με ακουμπάω και με αισθάνομαι, με γεύομαι και με οσφρίζομαι, άρα υπάρχω. Πρώτα και πάνω απ’όλα, είμαι το σώμα μου. Και αν σταματήσει να υπάρχει το σώμα μου σταματάω να υπάρχω και εγώ. Αυτός ο πρωταρχικός και υποσυνείδητος αυτοπροσδιορισμός της ύπαρξης μας, είναι και υπεύθυνος για τον μεγαλύτερο φόβο του ανθρώπου, τον φόβο του θανάτου.
Έχει ειπωθεί το εξής.
“Δεν είμαστε άτομα (άνθρωποι) με συνείδηση. Είμαστε η συνείδηση της ύπαρξης που βιώνει τις εμπειρίες του ανθρώπινου σώματος. Η έννοια του ατόμου, του “Eγώ”, είναι η πολύ περιορισμένη αντίληψη που δημιουργεί η συνείδηση όταν ταυτίζεται με το σώμα και τις σκέψεις.”
Η υγιής εξάλειψη του “Eγώ” μπορεί να μας απελευθερώσει από πολλές περιοριστικές πεποιθήσεις που έχουν ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο στην ζωή μας, όπως βέβαια και να μας απελευθερώσουν από τον φόβο του θανάτου.
Αποδεικνύεται πολύ συχνά, ότι η πλειονότητα των αρνητικών καταστάσεων που βιώνουμε, οφείλεται στο “Eγώ” και στα “Θέλω” του. Στην μόνιμη ανάγκη του να επιβεβαιωθεί και να επιβεβαιώνεται, να ξεχωρίζει και να αισθάνεται καλύτερο και ανώτερο από όλα τα άλλα “Eγώ” που συσχετίζεται.
Και εμπλέκεται σε έναν φαύλο κύκλο επιβεβαιωτικού αυτοπροσδιορισμού, με την επιδίωξη ανούσιων στόχων και επιβλητικών συμπεριφορών σε κάθε επίπεδο, που αργά ή γρήγορα θα διαπιστώσει, κατά πάσα πιθανότητα, πόσο επιφανειακή ήταν η προσέγγιση του για την ζωή και τον ίδιο και τι πραγματικά έχει σημασία.
Όποιος επιθυμεί να ξεκινήσει την σταδιακή και υγιή εξάλειψη του “Eγώ”, ο απλούστερος και ευκολότερος τρόπος είναι να περιορίσει όσο γινεται περισσότερο την λέξη “Eγώ” από το λεξιλόγιο του. Κατ’επέκταση και το “Είμαι”.
Μόνο όταν μιλάει και τα χρησιμοποιεί το “Eγώ” όμως, ως μέσο άμυνας ή επιβεβαίωσης. Όλοι μπορούν να αντιληφθούν πότε συμβαίνει αυτό και επικοινωνούν με αυτόν τον τρόπο.
Η ταύτιση του “Eγώ” με το σώμα μας και όλα τα επιμέρους χαρακτηριστικά και ιδιότητες που προαναφέρθηκαν, είναι τόσο ισχυρή που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να αντιληφθούν και να κατανοήσουν την έννοια της ανυπαρξίας του “Eγώ”, ούτε στο ελάχιστο. Η σύνδεση τους με τον υλικό κόσμο και με όλα αυτά που μπορούν να αντιληφθούν με τις πέντε αισθήσεις τους είναι τέτοιας έντασης και νοητικής σπουδαιότητας που δεν τους αφήνει να διανοηθούν το αντίθετο.
Διερωτώνται πως είναι δυνατόν να εξαλειφθεί το “Eγώ” χωρίς να εξαλειφθεί ταυτόχρονα η αντίληψη και η αίσθηση της ύπαρξης τους.
Και μάλιστα την στιγμή που όλοι οι άνθρωποι έχουν βιώσει την πλήρη αποταύτιση και αποσύνδεση από το “Eγώ” τους πάμπολλες φορές στην ζωή τους.
Δεν το θυμούνται όμως γιατί δεν του δίνουν σημασία. Γιατί δεν το θεωρούν πραγματικό όταν συμβαίνει, παρ’όλο που όταν συμβαίνει το βιώνουν ως την μία και μοναδική απόλυτη πραγματικότητα τους.
Αυτή η αποταύτιση και η εξάλειψη του “Eγώ” συμβαίνει όταν ονειρευόμαστε.
Στην διάρκεια των ονείρων μας, είμαστε πλήρως απελευθερωμένοι από το φυσικό βάρος του σώματος μας και τους όποιους περιορισμούς του. Παρ’όλ’αυτά όλες οι αισθήσεις μας λειτουργούν. Βλέπουμε, ακούμε, αισθανόμαστε, γευόμαστε και μυρίζουμε, ενώ το σώμα μας βρίσκεται σε ακινησία και ύπνο.
Ξέρουμε ότι είμαστε εμείς. Είμαστε σίγουροι. Ποτέ όμως επί της ουσίας δεν θυμόμαστε ή χρειαζόμαστε το όνομα μας, το επάγγελμα μας και όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά και ιδιότητες που μας προσδιορίζουν όταν είμαστε ξύπνιοι.
Είναι σαν έχουμε μία προσωρινή αμνησία, όπου κανένα από αυτά τα προσδιοριστικά χαρακτηριστικά δεν υφίσταται. Και όμως ξερουμε ότι είμαστε εμείς. Έχουμε πλήρη συναίσθηση της υπάρξης μας και αυτών που βιώνουμε, τα οποία την στιγμή που ονειρευόμαστε είναι η μία και μοναδική μας πραγματικότητα.
Απλά έχουμε “εκπαιδευθεί” να μην θεωρούμε πραγματικά τα όνειρα και οτιδήποτε βιώνουμε σε αυτά. Γιατί πολύ απλά δεν μπορούμε ακόμα να εξηγήσουμε τι είναι και τι συμβαίνει στην ονειρική κατάσταση. Και οτιδήποτε δεν μπορούμε να εξηγήσουμε με την λογική ή με επιστημονικό τρόπο, συνήθως το απορρίπτουμε.
Το πλέον σημαντικό όμως είναι και παραμένει το εξής.
Όλοι έχουμε βιώσει την αίσθηση και την πραγματικότητα του ονείρου. Όλοι έχουμε καταλάβει την βασική διαφορά με την πραγματικότητα που βιώνουμε όταν είμαστε ξύπνιοι.
Ότι στην πραγματικότητα του ονείρου μας, αντιλαμβανόμαστε πλήρως και γνωρίζουμε συνειδητά ότι υπάρχουμε. Χωρίς όνομα, χωρίς “περιορισμούς” και προϋποθέσεις. Απλά βιώνουμε την ύπαρξη μας, χωρίς φίλτρα και μοτίβα σκέψης, χωρίς το “Eγώ”.
Στο όνειρο απλά “Eίμαι”, απλά “Υπάρχω”.
Αν ανακαλούμε αυτήν την αίσθηση στην διάρκεια της ημέρας και των δραστηριότητων μας, μπορούμε αργά και σταθερά να αποσυνδεόμαστε από το αρνητικό μας πλέον “Eγώ” και σε συνδυασμό με τον περιορισμό χρήσης και της λέξης, θα αρχίσουμε να βλέπουμε θετικά αποτελέσματα σε κάθε επίπεδο της προσωπικής και της κοινωνικής μας ζωής και καθημερινότητας.